Τρίτη 20 Ιουλίου 2010

Σήμερα σε είδα. Κάθισες δίπλα μου. Κι όμως τόσο μακρυά μου... Πονάω ρε συ. Πονάω ακόμη, δεν έχει φύγει. Και σταμάτησα να ελπίζω πως θα φύγει. Δεν συμβιβάστηκα, δεν το δέχτηκα, απλώς το συνήθισα. Δεν ξέρω πως να το αντιμετωπίσω πια. Τι μιζέρια, Θεέ μου...

Δεν είναι ότι δεν μπορώ να το αντιμετωπίσω απλώς ο εγκέφαλός μου δεν μπορεί να το δεχτεί. Δεν το αφήνει να εισχωρήσει. Να με κάψει. "Θα γίνει που θα γίνει, ας γίνει μια κι έξω." Αυτό ευχόμουν. Μα ούτε αυτό δεν έγινε. Μάλλον έπρεπε να το περάσω όλο, στάδιο προς στάδιο. Το πέρασα το πρώτο; Ούτε που ξέρω. Ποια είναι τα στάδια; Ο αληθινός πόνος έχει έρθει ή όχι; Τι θα περάσω ακόμη; Δεν φαντάζεσαι. Δεν μπορείς να καταλάβεις. Εσύ το έζησες για λίγο, και μετά μου είπες πως βρέθηκα εγώ και σε έσωσα. Εμένα δεν είναι κανείς εδώ να με σώσει. Ίσως γιατί δεν αφήνω κανένα χέρι να με πιάσει, περιμένοντας το δικό σου για πάντα, ακόμη και με το τίμημα να πεθάνω.

Πόσο ομόρφυνες.... Πόσο σκλήρυνες... Πόσο άλλαξες. Δεν ξέρω αν είσαι εκείνος που αγάπησα... Δεν ξέρω καν αν είμαι εγώ εκείνη που αγάπησες. Δεν ξέρω τίποτα πια. Δεν ξέρω αν είσαι άξιος εμπιστοσύνης. Δεν είσαι ό,τι ήσουν. Και είναι δύσκολο να σε ξαναγνωρίσω και να σε ξαναγαπήσω απ΄την αρχή. Αλλά σου είχα πει τόσες φορές... Θα παλεύω για εσένα μέχρι την τελευταία μου ανάσα... Και θα το κάνω...

Και θα κλείσω σιγά - σιγά γιατί τα μάτια μου βάρυναν. Και θα κλείσω με τα λόγια σου. "...Μην με πληγώσεις, διότι εγώ σου δίνω τον λόγο μου πως δεν θα το κάνω...". Ε, βέβαια. Χάρις αυτού, τώρα δεν πρόκειται να ξαναεμπιστευτώ τον λόγο σου, ποτέ. Και άλλη φορά μην δίνεις υποσχέσεις που δεν μπορείς να κρατήσεις, πληγώνεις πολύ.

Αυτά τα μίζερα γι΄ απόψε. Τα υπόλοιπα αύριο.
Όνειρα γλυκά μου...